πραεῖαι

πραεῖαι
πρᾱεῖαι , πρᾶος
Gött. Nachr.
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πραείαι — πρᾱείᾱͅ , πρᾶος Gött. Nachr. fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τιθή — ἡ, Α πιθ. (κατά τον Ησύχ.) α) «τίτθη» β) στον πληθ. αἱ τιθαί «τιθασ[σ]αί, τέλειαι ἐργάτιδες, πραεῑαι». [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχημ. από το θ. τού τιθασεύω] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”